Φουρκέτα
Μετά τους Ήρωες, το καινούργιο έργο της Ελένης Γκασούκα!
Γιατί η Αλίκη πρέπει να ξέρει τα πάντα για τα ναρκωτικά αφού ποτέ της δεν έχει δοκιμάσει;
Γιατί να πρέπει η Αλίκη αντιμετωπίσει πρόσωπο με πρόσωπο την επιτροπή απαλλαγών του στρατού αφού είναι γυναίκα;
Γιατί η Αλίκη να νοιώθει ενοχή απέναντι έναν άντρα που ποτέ δεν απάτησε;
Γιατί να πρέπει η Αλίκη να παρηγορήσει τους άλλους ενώ η ίδια χάνεται;
Η Αλίκη είναι λογίστρια. Η μάλλον ήταν. Η οικονομική κρίση της χτύπησε την πόρτα πρώτη και καλύτερη.
Πίσω από την πόρτα αυτή , βλέπει με καινούριο μάτι την οικογένεια της.
Άλλοι άνθρωποι......... οι δικοί της........ είναι άλλοι.
Υπολογίζει τις λίγες μέρες που απομείναν και πρέπει να ¨χορέψει¨. Θα χορέψει και θα πει κι ένα τραγούδι.
Μετά τους Ήρωες, η Ελένη Γκασούκα γράφει και σκηνοθετεί τη Φουρκέτα. Στο καινούργιο της θεατρικό έργο μεταφέρει την ατμόσφαιρα του καμπαρέ μέσα στην ελληνική οικογένεια. Μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος, με πρωταγωνιστές τη σάτιρα, το λυρισμό, την ποίηση και την αλληγορία που εναλλάσσονται σε ένα θεατρικό παιχνίδι.
Πρωταγωνιστούν: Μαρία Καβογιάννη, Κώστας Κόκλας, Θανάσης Αλευράς, Μπάμπης Γιωτόπουλος, Ματίνα Νικολάου, Πάρης Λύκος. Τραγουδάει η Βικτώρια Ταγκούλη.
ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΩΡΕΣ ΠΑΡΣΤΑΣΕΩΝ
Τετάρτη: 20:00, Πέμπτη: 21:15, Παρασκευή: 21:15, Σάββατο: 21:15, Κυριακή: 20:00
Πρεμιέρα: Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2009
ΠΑΡΑΓΩΓΗ:ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΑΜΑΤΩΝ
Ώρες Λειτουργίας ταμείων:
Τρίτη- Κυριακή: 10:00-13:00 και 17:00-21:30
Ημ. Παραστάσεων: 06/02/2009 - 03/05/2009Τρίτη- Κυριακή: 10:00-13:00 και 17:00-21:30
Οι παραστάσεις ολοκληρώνονται την Κυριακή 3 Μαϊου.
********************************
********************************
Βικτωρία Ταγκούλη: «Κάθε τραγούδι
είναι ένας μικρός μονόλογος....»
Αν και η ίδια αποφεύγει ή έστω διστάζει να το παραδεχτεί προσωπικά πιστεύουμε ότι ο πρόσφατος πρώτος δίσκος της Βικτωρίας Ταγκούλη «Φωτοβόλτα» ανήκει σίγουρα σε μια, αν όχι ακόμα «σχολή», σίγουρα πάντως απολύτως ορατή τάση που, όπως έχουμε παρατηρήσει και μια - δυο φορές στο παρελθόν μέσα από αυτό το δισέλιδο, έχει αναδυθεί στον χώρο του ελληνικού τραγουδιού τα τελευταία δύο - τρία περίπου χρόνια. Μια τάση που ίσως να μην μπορεί ακόμα να αποκληθεί «φεμινιστική» - με όλες τις πιθανές έννοιες και αποχρώσεις αυτής της λέξης - έχει όμως πιστεύουμε όλα τα γνωρίσματα τα οποία μας αιτιολογούν απόλυτα αν μιλήσουμε για έναν καθαρά «γυναικείο λόγο» στο πλαίσιο της ελληνικής μουσικής του σήμερα.
Έναν λόγο που, προσωπικά τουλάχιστον, όχι απλά τον καλωσορίζουμε αλλά και μας χαροποιεί ιδιαίτερα η εμφάνιση του, κατά δύο μάλιστα έννοιες. Αφενός ως μία ακόμα αναγνώριση του, αυτονόητα απολύτως ισότιμου με του άνδρα, ρόλου της γυναίκας ως κοινωνικού όντος (και βέβαια και συγκεκριμένα στον πολιτισμό που δεν είναι τίποτα άλλο από μια ακόμα συνιστώσα της δραστηριότητας της κοινωνίας) και αφετέρου για τη σημασία και την αξία που έχει τελικά το φαινόμενο αυτό για το συνολικό επίπεδο και την πρόοδο της ελληνικής μουσικής. Είναι αρκετό να έχει παρακολουθήσει κανείς την πορεία της μουσικής άλλων χωρών για να διαπιστώσει την προσφορά σε αυτές ενός διακριτού γυναικείου ρεύματος, γραφής μα και έκφρασης. Και αυτός ήταν ένας παράγοντας ως προς τον οποίο η ελληνική μουσική - αντανακλώντας πλήρως τη συνολική κοινωνική πραγματικότητα της χώρας μας ως προς ανάλογα έμφυλα θέματα - υπολειπόταν, για να μην πούμε και ότι υστερούσε τραγικά.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση της Βικτωρίας Ταγκούλη, αν και η ίδια δεν έχει καμία δημιουργική ανάμειξη στα τραγούδια της αλλά μόνον τα ερμηνεύει, είναι αδύνατον να μην παρατηρήσει κανείς ότι τα περιεχόμενο του ντεμπούτου της φέρει στην ολοκληρία του, από τη μουσική και τις ενορχηστρώσεις μέχρι και τους στίχους, αν όχι τη σφραγίδα πάντως αναμφίβολα το πολύ έντονο «αποτύπωμα» της γυναικείας πλευράς της προσωπικότητας της (καθότι όσο λανθασμένο είναι να υποτιμούμε ή και να παραγνωρίζουμε την διάσταση του φύλου ως προς τον καθορισμό της προσωπικότητας ενός ατόμου άλλο τόσο εσφαλμένο είναι, σύμφωνα με τα νεότερα δεδομένα της επιστήμης της ψυχολογίας, να θεωρούμε ότι είναι η μοναδική ή έστω ότι κυριαρχεί σε όλες τις άλλες). Και η προσωπικότητα αυτή είναι μίας γυναίκας του σήμερα (δεν θα πούμε Ελληνίδας γιατί, κατά τη γνώμη μας, στο πλαίσιο του δυτικού κόσμου ή έστω της, ακόμα και μόνον τυπικά, ενωμένης Ευρώπης όπου καλώς ή κακώς ανήκει η χώρα μας τα προβλήματα, αιτήματα και ζητήματα αντίστοιχα για όλους τους άνδρες και όλους τις γυναίκες είναι στη συντριπτική πλειοψηφία τους κοινά, αυτήπιστεύουμε προσωπικά ότι είναι η αληθινή έννοια της παγκοσμιοποίησης) που δεν έχει βέβαια καμία σχέση με τα - εν πολλοίς κατασκευασμένα, ούτως ή άλλως - «ρομαντικά» και...«αραχνοΰφαντα» στερεότυπα ενός ακόμα και πρόσφατου παρελθόντος περί της «δημόσια αποδεκτής» εικόνας της γυναίκας.
Μίας νέας γυναίκας που προβληματίζεται τόσο για όσα συμβαίνουν γύρω της όσο σχεδόν και για όσα συμβαίνουν εντός της, άλλωστε η αλληλεπίδραση ανάμεσα σε αυτά τα δύο είναι πάρα πολύ μεγάλη και συνεχής και εκφράζει αυτούς τους προβληματισμούς της μέσα από τη γυναικεία ιδιοσυγκρασία της, ούτως ειπείν με αρκετά περισσότερη ευαισθησία και σίγουρα με μεγαλύτερη κατανόηση στον άλλο από όσο η αντίστοιχη ανδρική. Οι καιροί μας όμως, όπως γνωρίζουμε πολύ καλά όλοι, κάθε άλλο παρά ευνοούν την ευαισθησία, οι συνθήκες που επικρατούν στον πολιτικό, κοινωνικό, προσωπικό και κάθε άλλο είδος περίγυρου κάνουν τόσο πολύ εύκολο αυτή να πληγωθεί, κάποιες φορές ακόμα και θανάσιμα. Δεν είναι καθόλου παράδοξο λοιπόν ότι το συναίσθημα το οποίο κυριαρχεί στον δίσκο είναι ένα που θα ρισκάρουμε να αποκαλέσουμε «σκληρή τρυφερότητα». Ή ίσως, αντίστοιχα, μια πολύ εύθραυστη τρυφερότητα η οποία, σχεδόν υποχρεωτικά, «θωρακίζεται» μέσα σε μια σκληρότητα την οποία περίπου σου επιβάλλει ο σύγχρονος τρόπος ζωής αν θέλεις να επιβιώσεις, κυριολεκτικά τε και μεταφορικά.
Ως προς τα πιο τυπικά και ρεαλιστικά στοιχεία της περίπτωσης τώρα ο Χρίστος Θεοδώρου κινείται με αξιοζήλευτη άνεση σε μια πολύ μεγάλη γκάμα μουσικών ειδών για να γράψει τα τραγούδια, φτάνοντας σχεδόν στο σημείο καθένα από αυτά να είναι διαφορετικό από όλα τα υπόλοιπα, προτέρημα εξαιρετικά σπάνιο για δίσκο στην εποχή μας (και ιδιαίτερα στη χώρα μας). Υποστηρίζει μάλιστα περαιτέρω αυτό το γεμάτο ποικιλία εγχείρημα του με ενορχηστρώσεις που δεν είναι απλά απολαυστικά ευφάνταστες και απόλυτα σύγχρονες ως προς την τεχνοτροπία μα και τη διάθεση τους, αλλά μερικές φορές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ακόμα και τολμηρές για ένα album αυτού του τύπου. Συμβαδίζουν λοιπόν εντελώς και έρχονται να «αγκαλιάσουν» πολύ ομαλά τους στίχους του Διαμαντή Γκιζιώτη οι οποίοι με απόλυτα σημερινή - χωρίς όμως καμία από τις ακρότητες της πιο αγοραίας εκδοχής της-, απλή, κατανοητή και λιτή ακόμα γλώσσα που όμως δεν διστάζει ποτέ να αποκαλέσει τς πράγματα με το όνομα τους μιλούν για εξίσου σημερινά θέματα, σαφώς όμως τέτοια που αφορούν περισσότερο τις γυναίκες και με έναν ανάλογα «γυναικείο» τρόπο. Το σύνολο δηλαδή δημιουργεί και ταυτόχρονα αφήνει το πλέον κατάλληλο πεδίο στη θαυμάσια και τόσο «θεατρική» ερμηνεία της Β. Τ. για να φέρει τα καλύτερα αισθητικά αποτελέσματα.
Και αν μεν η ποιότητα της φωνής της είναι θέμα ταλέντου και φυσικού χαρίσματος (και σε ένα βαθμό και των σπουδών της) το ότι είναι τόσο πλήρης θεατρικότητας εξηγείται πολύ απλά από το ότι η μέχρι τώρα διαδρομή της ξεκίνησε με τη συμμετοχή της στην Σπείρα - Σπείρα του Σταμάτη Κραουνάκη, συνεχίστηκε με τα επιτυχημένα μιούζικαλ «Προς Κατεδάφιση» και «Ο Ευτυχισμένος Prince», ενώ εφέτος παίζει για τρίτη συνεχή χρονιά στο θεατρικό έργο «Φουρκέτα» της Ελένης Γκασούκα, έχοντας ήδη κερδίσει την αναγνώριση του κοινού και την εκτίμηση των κριτικών για την παρουσία της σε αυτό. Μπορούμε λοιπόν να πούμε με ασφάλεια ότι η ερμηνευτική της ταυτότητα καθορίζεται απ’ το γεγονός ότι αν το ένα πόδι της πατάει στέρεα στο πεντάγραμμο το άλλο πατάει το ίδιο σταθερά στο θεατρικό σανίδι.
* Είσαι μια ηθοποιός που τραγουδάει, μια τραγουδίστρια που ανεβαίνει και στη σκηνή ή απλά μια ηθοποιός και τραγουδίστρια;
Πριν απ’ όλα και κατά βάση είμαι τραγουδίστρια. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου ηθοποιό, τουλάχιστον όσον αφορά στις σπουδές μου οι οποίες είναι καθαρά μουσικές. Απλώς είχα την τύχη να ασχοληθώ πολύ με το μουσικό θέατρο.
* Πόσο σχετίζονται και αλληλοεπηρεάζονται αλλά και πόσο διαφορετικές είναι για εσένα αυτές οι δύο σου δραστηριότητες;
Πιστεύω ότι το τραγούδι και η υποκριτική είναι αλληλένδετα. Ένα τραγούδι έχει μια αυτοτέλεια, είναι ένας μικρός μονόλογος, μια ιστορία και οφείλουμε να το προσεγγίζουμε υποκριτικά για να τονίσουμε το νόημα των στίχων και να απελευθερωθεί το συναίσθημα του. Αλλά και σε ένα μονόλογο ή ακόμα και σε μια θεατρική παράσταση υπάρχει ρυθμός και μουσικότητα.
* Τι ακριβώς πήρες από τη συμμετοχή σου στη Σπείρα - Σπείρα; Πιστεύεις αλήθεια ότι χωρίς αυτή την εμπειρία δεν θα είχες ασχοληθεί με το τραγούδι;
Την επαφή μου και την ενασχόληση μου με το μουσικό θέατρο τη χρωστάω στη Σπείρα - Σπείρα επειδή εκεί για πρώτη φορά έπαιξα σε παράσταση που πάντρευε το θέατρο με τη μουσική. Θα έλεγα ότι αν δεν ήταν η ομάδα αυτή ίσως να μην είχα ασχοληθεί με το μουσικό θέατρο... Όχι όμως και με το τραγούδι γενικά γιατί ήδη σπούδαζα μουσική και παράλληλα τραγουδούσα, είτε στο πλαίσιο του ωδείου είτε με φίλους που κάναμε live.
* Χωρίς να υπάρχει κάποια ομοιότητα, ούτε και στη χροιά των φωνών σας, ο τρόπος που προσεγγίζεις ερμηνευτικά τα τραγούδια μου θύμισε αρκετά την Τάνια Τσανακλίδου (που επίσης σπούδασε και ξεκίνησε ως ηθοποιός). Πιστεύεις ότι έχεις δεχθεί κάποιαν ιδιαίτερη επιρροή από αυτήν;
Συνειδητά όχι. Όμως είναι μια ερμηνεύτρια που θαυμάζω πάρα πολύ και αγγίζει κατευθείαν την ψυχή μου με την ευαισθησία της και την αμεσότητά της οπότε είναι πιθανό να έχει συμβεί υποσυνείδητα.
* Οι στίχοι γράφτηκαν με δεδομένο ότι θα τους τραγουδούσες εσύ; Κάνω αυτή την ερώτηση γιατί, αν και έχουν γραφτεί από άνδρα, θα έλεγα ότι και η θεματολογία τους και ακόμα περισσότερο η οπτική τους είναι καθαρά γυναικείες...
Ναι. ο Διαμαντής είχε στο μυαλό του ότι έγραφε για εμένα, δηλαδή για μια γυναικεία φωνή, οπότε εύλογα και η θεματολογία είναι ανάλογη. Εκφράζει όμως και ένα κομμάτι του ίδιου του εαυτού του.
* Πιστεύεις ότι γενικά υπάρχει πια αυτό που θα λέγαμε μια σχολή «γυναικείας άποψης» στο σύγχρονο ελληνικό τραγούδι, όπως π. χ. εκφράζεται από τη Νατάσα Μποφίλιου και την Ευσταθία; Ο δίσκος σου εντάσσεται σε αυτήν ή όχι;
Επειδή δεν μου αρέσουν οι ταμπέλες δεν θα ήθελα να εντάξω τον εαυτό μου και τη δουλειά μου σε κάποια κατηγορία . Είμαι οπαδός του καλού σύγχρονου ελληνικού τραγουδιού και αυτό προσπαθώ να υπηρετώ.
* Και η μουσική γράφτηκε έχοντας τη φωνή σου υπόψη; Σε αντιπροσωπεύει και προσωπικά ο τόσος πλουραλισμός και ποικιλία μουσικών ειδών, αλλά και ενορχηστρωτικών στοιχείων ή ήταν καθαρά επιλογή του συνθέτη;
Ναι, γράφτηκε επάνω στη φωνή μου. Υπάρχει μια πολυμορφία και διαφορετικότητα η οποία προέκυψε από την ιδιαίτερη διάθεση και ατμόσφαιρα του κάθε τραγουδιού και την ανάγκη να εκφράσουμε τόσο ο Χρίστος όσο και εγώ τις διαφορετικές πτυχές μας.
* Και τα μελλοντικά σου σχέδια, τόσο σχετικά με τον συγκεκριμένο δίσκο όσο και γενικότερα για τη μουσική σου δραστηριότητα;
Στις 23 Μαρτίου έχουμε την τελευταία μας εμφάνιση στο «KooKoo». Θα ακολουθήσουν και άλλα live με το υλικό του δίσκου και για την προώθηση του, τόσο στην Αθήνα όσο και στην επαρχία, ενώ θα συνεχίσω μέχρι την Κυριακή των Βαΐων με την παράσταση του «Φουρκέτα».
Εμείς θα περιοριστούμε να προσθέσουμε ότι έχουμε την αίσθηση ότι αυτή μπορεί να ήταν η πρώτη μα κάθε άλλο παρά και η τελευταία φορά που ασχοληθήκαμε με την Β. Τ. μα και τους δύο βασικούς συνεργάτες της στο «Φωτοβόλτα»...
*από την εφημ. "Η ΑΥΓΗ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου